ανακοινώσειςΑρθρα

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΥΤΙΣΜΟ.

0

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ενημέρωσης για τον Αυτισμό (2 Απρίλη) ακολουθεί άρθρο από την ψυχολόγο του ΚΔΗΦ Α.μεΑ. ”ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ”, Στυλιαρά Αφροδίτη.

Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος

Ο Αυτισμός, ή οι Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος, συνιστούν νευρο-αναπτυξιακές διαταραχές, οι οποίες χαρακτηρίζονται από ένα εύρος ελλειμμάτων στους τομείς της κοινωνικής επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης, καθώς και την εμφάνιση επαναλαμβανόμενων μοτίβων συμπεριφοράς, ενδιαφερόντων και δραστηριοτήτων. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, η διαταραχή εμφανίζεται σε 16,8 στα 10.000 παιδιά, και είναι 4 φορές συχνότερη στα αγόρια συγκριτικά με τα κορίτσια.

Πρώτες ενδείξεις

Οι πρώτες ενδείξεις της διαταραχής παρουσιάζονται στην ηλικία των δύο έως τριών ετών. Κάποιες καθυστερήσεις στα αναπτυξιακά ορόσημα, είναι πιθανό να εκδηλωθούν ακόμα νωρίτερα και συχνά να τεθεί διάγνωση ήδη από την ηλικία των 18 μηνών. Τα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν, ότι οι πρώιμες και έγκαιρες θεραπευτικές παρεμβάσεις, οδηγούν σε θετική έκβαση στην λειτουργικότητα και την προσαρμοστικότητα του ατόμου αργότερα στη ζωή του. Η ηλικία διάγνωσης και η ένταση των συμπτωμάτων, διαφέρει σημαντικά από άτομο σε άτομο. Κάποια βρέφη παρουσιάζουν ενδείξεις ήδη από τους πρώτους μήνες, ενώ κάποια παιδιά μέχρι και τα τρία έτη. Δεν εκδηλώνουν όλα τα παιδιά με αυτισμό, το εύρος των συμπτωμάτων, και ως εκ τούτου η αξιολόγηση από εξειδικευμένο επαγγελματία είναι σημαντική.

Οι πρώτες ενδείξεις μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • περιορισμένη ή χαμηλή βλεμματική επαφή
  • χαμηλή ανταπόκριση στο γέλιο και άλλες ευχάριστες εκφράσεις από τα άτομα φροντίδας
  • χαμηλή απόκριση στην επικοινωνία
  • περιορισμένες εκφράσεις προσώπου
  • περιορισμένος προφορικός λόγος
  • χαμηλή ανταπόκριση όταν φωνάζουν το όνομα του.

Κλινικά χαρακτηριστικά

Σύμφωνα με τα διαγνωστικά εγχειρίδια, η διαταραχή αυτιστικού φάσματος διακρίνεται από ελλείμματα στην επικοινωνία και την κοινωνική αλληλεπίδραση.

Περιλαμβάνουν :

  • αδυναμία κατανόησης μη λεκτικών συμπεριφορών στις διαπροσωπικές συναλλαγές
  • αδυναμία δημιουργίας σχέσεων με τους συνομηλίκους
  • έλλειψη αυθόρμητου μοιράσματος με τους άλλους
  • έλλειψη κοινωνικής ή συναισθηματικής αμοιβαιότητας.
  • επαναλαμβανόμενα και περιορισμένα μοτίβων συμπεριφοράς, ενδιαφέροντών και δραστηριοτήτων

Τα επικοινωνιακά ελλείμματα έχουν μελετηθεί εκτενώς, καθώς συχνά αποτελούν πρώιμη ένδειξη  της διάγνωσης της διαταραχής και ταυτόχρονα σημαντικό προγνωστικό παράγοντα της έκβασης της. Τα άτομα με ΔΑΦ επιδεικνύουν ένα εύρος γλωσσικών δεξιοτήτων, από παντελής έλλειψη παραγωγικού λόγου μέχρι πλήρη κατάκτηση της γλώσσας. Επισημαίνεται ότι τα μοτίβα ανάπτυξης του λόγου διαφέρουν επίσης σημαντικά και ακόμα και στις περιπτώσεις όπου έχουν κατακτηθεί γλωσσικές δεξιότητες είναι πιθανό να παρατηρούνται διαφορές στον επιτονισμό, τη χροιά και την πραγματολογική χρήση της γλώσσας. Σε μεγάλο μέρος ερευνητικών δεδομένων αναδεικνύεται ότι περίπου σε ποσοστό 50%, τα άτομα με αυτισμό δεν είχαν κατακτήσει λειτουργικό λόγο έως και την εφηβεία. Η ηχολαλία (η επανάληψη, στον ίδιο τόνο, λέξεων ή φράσεων που κάποιος άλλος έχει πει), αποτελεί από τις συχνότερες γλωσσικές αποκλίσεις στον αυτισμό. Επιπροσθέτως, παρατηρούνται δυσκολίες στην κατανόηση της διάστασης της μη λεκτικής επικοινωνίας, όπως η στάση του σώματος, η βλεμματική επαφή, οι χειρονομίες, οι κινήσεις και η μίμηση.

Τα ελλείμματα στην κοινωνική αλληλεπίδραση αφορούν την μειωμένη κοινωνική προσοχή, χαμηλή βλεμματική επαφή, έλλειψη αποκριτικότητας όταν κάποιος τους απευθύνεται, μειωμένες αντιδράσεις στην προσπάθεια εμπλοκής σε παιχνίδι ή σε αλληλεπίδραση καθώς και στην ικανότητα προσανατολισμού και απόκρισης προς τον άλλο. Άλλες κοινωνικές συμπεριφορές που φαίνεται να μην είναι λειτουργικές περιλαμβάνουν το κοινωνικό χαμόγελο, την εκφραστικότητα και την συναισθηματική απόκριση. Ακόμα και στις περιπτώσεις υψηλά λειτουργικών ατόμων με αυτισμό, παρουσιάζονται σημαντικά προβλήματα στην κοινωνική επαφή. Φαίνεται να μην έχουν κανένα ενδιαφέρον για δημιουργία σχέσεων με συνομηλίκους και συχνά δυσκολεύονται στην εμπλοκή σε ομαδικό – συνεργατικό παιχνίδι. Ένα ποσοστό των ατόμων, είναι πιθανό να ενδιαφέρεται να σχετίζεται με το κοινωνικό του περιβάλλον, ωστόσο εμποδίζεται από την αδυναμία του να ερμηνεύσει και να αποκριθεί στις ενέργειες των άλλων. Συνήθως δεν κατανοούν την φύση των κοινωνικών σχέσεων, δηλαδή τους άτυπους κανόνες και νόρμες που διέπουν την διαπροσωπική επαφή και αποτυγχάνουν να αναπτύξουν ενσυναίσθηση. Ως εκ τούτου, οι δυσκολίες της κατανόησης της κοινωνικής διάστασης και τα ελλείμματα στις κοινωνικές δεξιότητες οδηγούν σε αδυναμία δημιουργίας κοινωνικών σχέσεων.

Οι στερεοτυπικές και επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές περιλαμβάνουν απλές κινητικές στερεοτυπίες (π.χ. χτύπημα των χεριών, τίναγμα των δαχτύλων, στριφογύρισμα γύρω από τον εαυτό), περιορισμένη χρήση αντικειμένων (π.χ. στριφογύρισμα μιας ρόδας, σειροθέτηση αντικειμένων) και επαναλαμβανόμενη ομιλία (π.χ. ηχολαλία). Η επίμονη προσκόλληση σε ρουτίνες αναδεικνύεται μέσα από την αντίσταση σε κάθε είδους αλλαγή ή την ακολουθία μιας ρουτίνας λεκτικής ή μη λεκτικής επικοινωνίας.

Τα ελλείμματα στην αισθητηριακή επεξεργασία είναι συχνά παρόντα στην ΔΑΦ. Μπορεί να αφορούν υπερ-ευαισθησίες (υψηλή διέγερση) και υπό- ευαισθησίες (χαμηλή διέγερση) σε ένα μεγάλο εύρος ερεθισμάτων όπως:

  • ήχοι
  • οσμές
  • οπτική επαφή
  • γεύση
  • αγγίγματα
  • ισορροπία
  • σωματικές αισθήσεις (πόνος, θερμοκρασία)

Παρεμβάσεις

Γνωρίζουμε ότι ο αυτισμός δεν είναι μια διαταραχή, αλλά περιλαμβάνει πολλούς υπότυπους, η ανάπτυξη των οποίων επηρεάζεται από ένα εύρος γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Καθώς αποτελεί ένα φάσμα διαταραχών, κάθε άτομο διαθέτει ένα διακριτό σύνολο δυνατοτήτων και αδυναμιών. Οι τρόποι που τα άτομα με αυτισμό μαθαίνουν, σκέφτονται και λειτουργούν κυμαίνεται ανάμεσα στην υψηλή και την πολύ χαμηλή λειτουργικότητα. Κάποια άτομα χρειάζονται σημαντική υποστήριξη στην καθημερινή ζωή τους, άλλα λιγότερο και υπάρχουν και περιπτώσεις ατόμων που είναι δυνατόν να είναι εντελώς ανεξάρτητα.

Με βάση τις ανάγκες και τις δυνατότητες του κάθε ατόμου, γίνεται ο θεραπευτικός σχεδιασμός, για την βελτίωση της προσαρμογής και της λειτουργικότητας στην καθημερινή ζωή.

  • Η πρώιμη παρέμβαση είναι δυνατόν να βελτιώσει την ικανότητα μάθησης, επικοινωνίας και τις κοινωνικές δεξιότητες.
  • Η εφαρμοσμένη συμπεριφορική ανάλυση (Applied behavior analysis – ABA) και οι θεραπείες βασισμένες σε αυτή έχουν ερευνηθεί συστηματικά και χρησιμοποιούνται συχνότερα στις παρεμβάσεις στον αυτισμό.
  • Άλλες παρεμβάσεις, οι οποίες φαίνεται ότι επιφέρουν θετικά αποτελέσματα συνιστούν η λογοθεραπεία, εργοθεραπεία και η θεραπεία αισθητηριακής ολοκλήρωσης.

 

 

Βιβλιογραφία

American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th  ed.). Washington, DC: Author.

Fuentes, J., Bakare, M., Munir, K., Aguayo, P., Gaddour, N., Öner, Ö., & Mercadante, M. (2014). Autism spectrum disorder. IACAPAP e-textbook of child and adolescent mental health. Geneva: International Association for Child and Adolescent Psychiatry and Allied Professions2, 1-35.

Volkmar, F., Siegel, M., Woodbury-Smith, M., King, B., McCracken, J., & State, M. (2014). Practice parameter for the assessment and treatment of children and adolescents with autism spectrum disorder. Journal of the American Academy of Child & Adolescent Psychiatry53(2), 237-257.

Webb, S. J., & Jones, E. J. (2009). Early identification of autism: Early characteristics, onset of symptoms, and diagnostic stability. Infants and Young Children22(2), 100.

Wilmshurst, L. (2011). Εξελικτική Ψυχοπαθολογία–Μια αναπτυξιακή προσέγγιση. Μτφ: Κουλεντιανού, Μ. Αθήνα: Gutenberg.

ΗΡΘΕ Ο ΑΠΡΙΛΗΣ!!!

Previous article

2 ΑΠΡΙΛΙΟΥ-ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΥΤΙΣΜΟ.

Next article

You may also like

Comments

Comments are closed.